Η Μαρία Φιλοπούλου είναι μία σύγχρονη ζωγράφος κι εκπρόσωπος της σύγχρονης παραστατικής ζωγραφικής. Γνωστή για τα έργα της με τους κολυμβητές και τους καταρράκτες, μας μυεί στους βιωμένους προσωπικούς παραδείσους της, μας μιλάει για την έμπνευση, την ελευθερία αλλά και την προστασία όπως αυτές πηγάζουν από το στοιχείο του νερού και μας εξηγεί πως και γιατί όλοι μπορούμε πλέον να «διαβάσουμε» και να αισθανθούμε την τέχνη.
Το υγρό στοιχείο πρωταγωνιστεί στα έργα σας από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Τι σας οδήγησε ή ενέπνευσε προς αυτή την κατεύθυνση;
Από τότε που άρχισα να ζωγραφίζω, ασχολούμαι με το νερό. Έχω στο αρχείο μου ακουαρέλες με κολυμβήτριες. Πάντα λάτρευα το νερό και τη θάλασσα και τα θέματά μου είναι βιωματικά. Όταν πήγα στο Παρίσι, ασχολήθηκα εμμονικά για χρόνια με εσωτερικά του εργαστηρίου, όπως π.χ. με τζαμαρίες. Όταν επέστρεψα πλέον στο εργαστήριό μου στην Αθήνα, έκανα εσωτερικά με σκάλες κι αφότου το 1993 πήγα σ’ έναν καινούργιο χώρο, ασχολούμαι μόνο με θερμοκήπια και παραλίες. Από τη ζέστη των θερμοκηπίων, ήθελα να πηγαίνω κάθε μέρα στη θάλασσα κι έτσι ασχολήθηκα εκ νέου με τις παραλίες, από τις οποίες έδειξα τις πρώτες έδειξα το 1996 μαζί με θερμοκήπια στην έκθεσή μου στη Γκαλερί Ζουμπουλάκη. Από την επόμενη έκθεση, που ήταν το ’98 και το ‘99 με την ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, ασχολούμαι καθαρά με το υγρό στοιχείο.
Έχετε δηλώσει πως «το νερό είναι αντίδοτο, μία μικρή πατρίδα που την κουβαλάμε μέσα μας και στην οποία μπορούμε να πάμε πάντα, για να ξαναβρούμε τον εαυτό μας». Επομένως αντιλαμβάνεστε το νερό ως ένα απελευθερωτικό καταφύγιο, όπου μπορούμε να χαλαρώσουμε, να χαρούμε και να ανασυγκροτηθούμε;
Βεβαίως! Για εμένα είναι η ελευθερία μου και πραγματικά το αισθάνομαι σαν αντίδοτο.
Ο Ευριπίδης στην Ιφιγένεια εν Ταύροις έλεγε πως η θάλασσα ξεπλένει τα δεινά των ανθρώπων. Προσωπικά το ασπάζομαι, καθώς έχω μεγαλώσει στο Πόρτο Χέλι όπου ήταν η καταγωγή της μητέρας μου και πέρασα όλα τα καλοκαίρια μου μ’ ένα ποδήλατο δίπλα στη θάλασσα. Οπότε ναι, το νερό και η θάλασσα είναι η ελευθερία μου και πάντα η βουτιά στο νερό με ξαναφέρνει στην ισορροπία μου.
Άρα αυτό λειτουργεί για εσάς κι εκτός της τέχνης σας;
Οι περισσότεροι καλλιτέχνες πιστεύω πως λειτουργούν βιωματικά, ίσως σ’ εμένα να φαίνεται πιο καθαρά. Παρόλο που ζω στην Αθήνα, επιλέγω τη φύση την οποία αγαπώ πάρα πολύ κι ειδικά το νερό. Τα θέματά μου είναι βιωματικά, όπως είπα πριν, με την έννοια ότι επιλέγω εκείνα που δίνουν την αίσθηση της χαλάρωσης και της ευτυχίας. Θέλω να βγάζω κάτι θετικό μέσα από τα έργα μου.
Η τέχνη αντίστοιχα είναι «αντίδοτο» και μία μικρή διέξοδος, τόσο για τον δημιουργό όσο και για τον τελικό αποδέκτη της;
Ελπίζω να είναι έτσι. Προσπαθώ να λειτουργεί έτσι σ’ εμένα όταν δουλεύω και να βγάζω αυτό το αποτέλεσμα αρχικά για εμένα. Τώρα αν ο θεατής έχει την ίδια αίσθηση, είμαι πολύ χαρούμενη. Η αλήθεια είναι πως το έχω εισπράξει από θεατές των έργων μου.
Μαρία Φιλοπούλου: Οι πηγές έμπνευσης και οι προσωπικοί, βιωμένοι παράδεισοι
Είστε εκπρόσωπος της σύγχρονης παραστατικής ζωγραφικής και μάλιστα έχετε πει σε συνέντευξή σας ότι ζωγραφίζετε βιωμένους προσωπικούς παραδείσους (όπως είναι το Παμούκαλε στην Τουρκία). Κάθε έργο σας έχει μία ρεαλιστική αναφορά σε δικές σας στιγμές;
Κατά κάποιο τρόπο κάθε έργο αποτελεί για εμένα προσωπικό παράδεισο. Όταν βουτάω στο νερό, αισθάνομαι την προστασία και νιώθω ελεύθερη όπως συμβαίνει στα έργα μου με τους κολυμβητές.
Αντίστοιχα στο Παμούκαλε, βίωσα έναν παράδεισο αφού μου αρέσουν πολύ οι αρχαιολογικοί χώροι κι εκεί βρήκα αρχαίες κολώνες από το γυμναστήριο που υπήρχε κάποτε, τα φυτά, τη φυσική λίμνη με τα ζεστά νερά… Έπειτα η Σαμοθράκη με τους καταρράκτες είναι ένας παράδεισός μου. Η αφορμή είναι τόποι, που λειτουργούν ως προσωπικοί παράδεισοι για εμένα.
Το γεγονός πως γεννηθήκατε Ελληνίδα κι έχετε αναμνήσεις από παιδί στη θάλασσα και το υγρό στοιχείο, πόσο καθόρισε την τέχνη σας;
Πάρα πολύ, αν κι ο στόχος μου δεν είναι να βγάλω κάτι ελληνικό. Ωστόσο νομίζω πως η εθνικότητα του καθενός φαίνεται και την είχα δείξει από φοιτήτρια. Ήμασταν σ’ ένα εργαστήριο, όπου υπήρχαν πολλές διαφορετικές εθνικότητες, οι οποίες φαίνονταν ως τόποι καταγωγής στη δουλειά μας. Το ότι είμαι Ελληνίδα φαίνεται στο έργο από το φως και το χρώμα.
Σας φαντάζομαι να ζείτε κοντά της και να την αναζητάτε στην καθημερινότητα. Ισχύει αυτό;
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχω φτιάξει ένα μικρό εργαστήριο στα νότια στην Αθήνα, που πάω σαν ερωτευμένη διανύοντας μεγάλες αποστάσεις κάθε μέρα για να είμαι κοντά στη θάλασσα. Δηλαδή η εμμονή μου χειροτερεύει με τα χρόνια…
Τα έργα σας «μυρίζουν» καλοκαίρι. Ποια είναι η αγαπημένη σας εποχή;
Όπως καταλαβαίνετε, το καλοκαίρι γιατί έχω λατρεία με το δυνατό φως εκτός από το νερό και τη θάλασσα.
Πως μπορούμε να αισθανθούμε και να «διαβάσουμε» την τέχνη
Ποια είναι η σημερινή σχέση των Ελλήνων με την τέχνη;
Εγώ είμαι στον χώρο από το 1990 με ατομικές εκθέσεις κι αυτό που παρατηρώ, είναι το εικαστικό κοινό έχει μεγαλώσει πάρα πολύ και πως πλέον ο κόσμος ενδιαφέρεται για την τέχνη, τη ζωγραφική, τα εικαστικά, το θέατρο, τον χορό. Ειδικότερα ο νέος ηλικιακά, κόσμος κι αυτό είναι πολύ ευχάριστο.
Η παλαιότερη ελιτίστικη προσέγγιση της τέχνης δεν υπάρχει πλέον, γιατί δε χρειάζεται να έχεις χρήματα για να την αποκτήσεις. Μπορείς να την απολαύσεις με μία επίσκεψη ένα μουσείο, μ’ ένα μικρό ποσό.
Πως μπορούμε να «διαβάσουμε» την τέχνη; Είναι κάτι που το μαθαίνουμε ή το αισθανόμαστε;
Νομίζω ότι το αισθανόμαστε κι όσο πιο χαλαροί χωρίς άλλες σκέψεις πάμε προς αυτό, το απολαμβάνουμε περισσότερο. Βέβαια αποτελεί και θέμα παιδείας, αφού όλες τις μορφές τέχνης μπορούμε να τις ευχαριστηθούμε όσο πιο πολύ εξασκούμαστε σε αυτές. Για παράδειγμα όσο πιο πολλά βιβλία διαβάζουμε, τόσο περισσότερο τα αγαπάμε και τα κατανοούμε. Το ίδιο ισχύει με τη μουσική, τη ζωγραφική και κάθε μορφή τέχνης.
Έχετε ακούσει από θεατή κάποιο σχόλιο για το έργο σας, το οποίο σας τράβηξε το ενδιαφέρον ως προσέγγιση;
Μου έχουν πει ότι έλαβαν την αίσθηση της χαλάρωσης, της πληρότητας και της απόλυτης προστασίας σαν αγκαλιά και μου άρεσε πολύ, γιατί έτσι θα ήθελα να είναι.
Στο παρελθόν είχατε εκφράσει έναν φόβο για έργα σας που απεικόνιζαν γυμνό, γιατί σε προηγούμενη έκθεση του Λονδίνου σάς είχαν ζητήσει να μη φαίνονται γεννητικά όργανα ώστε να μην προκληθεί αρνητικό συναίσθημα στους Άραβες επισκέπτες. Η αντίληψη της τέχνης σχετίζεται με την νοοτροπία και την παιδεία κάθε λαού κι ατόμου;
Νομίζω ότι έχει τεράστια σχέση το πως «διαβάζει» κανείς την τέχνη με τον πολιτισμό του και τη θρησκεία του.
Κάθε έργο έχει μία ερμηνεία;
Κάθε έργο έχει άπειρες ερμηνείες, αλλιώς δε θα είχε ενδιαφέρον. Κανένας δε βλέπει ίδιο ένα έργο κι ο καθένας το ερμηνεύει ή το αντιλαμβάνεται με βάση τα βιώματά του.
Μαρία Φιλοπούλου: Πως αντιλαμβάνεται και ζει μία σύγχρονη ζωγράφος την καθημερινότητά της
Έχετε δηλώσει πως «σε όλους τους χώρους για να είναι σε υψηλό επίπεδο μία γυναίκα, πρέπει να δουλεύει παραπάνω». Εκτιμάτε πως ακόμη και σήμερα η κοινωνία μας δεν το έχει αποβάλλει αυτό;
Νομίζω ότι έχουμε κάνει πρόοδο σε αυτό κι ελπίζω για τις νέες γενιές να είναι διαφορετικά τα πράγματα. Παλιά, όταν είχα πρωτοξεκινήσει στη ζωγραφική, ο άλλος αμφέβαλλε πόσο συνεπής θα παραμείνεις σε αυτό αν για παράδειγμα αποκτήσεις παιδιά. Πλέον υπάρχουν πολλές γυναίκες, οι οποίες έχουν οικογένεια, είναι ακριβοπληρωμένες κι αναγνωρισμένες σε όλους τους επαγγελματικούς ή εικαστικούς χώρους.
Μοιάζετε ένας άνθρωπος πολύ φωτεινός και χαρούμενος. Έχετε τύχει να ζωγραφίσετε κάποια στιγμή κάποιο έργο με περισσότερο σκοτάδι ή σ’ έναν πιο κλειστό χώρο μακριά από το υγρό στοιχείο;
Εκτός από το φωτεινό μου εργαστήριο και το ότι προτιμώ να δουλεύω με έντονο φως κοντά στη θάλασσα, έχω κι ένα εργαστήριο σε κλειστό χώρο το οποίο είναι ισόγειο και δεν έχει πολύ φως. Αυτό για το πρακτικό σκοτάδι, τώρα για το συναισθηματικό έχω κι έργα που όπως είναι οι καταρράκτες που είναι πιο σκούρα. Εξακολουθούν να έχουν φως ως έργα, αλλά λιγότερο συγκριτικά με άλλα. Μάλιστα οι καταρράκτες έχουν μία ιδιαίτερη ιστορία για εμένα κι αποτελούν την προσωπική κάθαρσή μου.
Έχετε πει πως ότι στα έργα σας δεν υπάρχει χρόνος, μόνο τόπος. Η τέχνη έχει τη δύναμη να σταματάει για λίγο τον χρόνο σε στιγμές;
Έτσι το αισθάνομαι, αν συμβαίνει και με τα έργα μου τότε είναι μεγαλύτερη η χαρά μου!
Η θητεία κατά η διάρκεια των σπουδών σας δίπλα στον Λεονάρντο Κρεμονίνι σάς επηρέασε βαθιά, ακόμη και στον τρόπο ζωής (όπως έχετε δηλώσει). Αλήθεια πως είναι η καθημερινότητα μίας ζωγράφου σαν εσάς;
Έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια από τις σπουδές μου και παρόλα αυτά παραμένω ευγνώμων στον δάσκαλό μου, ο οποίος εκτός από καλλιτέχνης ήταν και φιλόσοφος. Η καθημερινότητά μου περιλαμβάνει πολλή δουλειά, από το πρωί έως το βράδυ πραγματικά καθημερινά και το βράδυ προσπαθώ να βλέπω φίλους και να έχω επαφή με κόσμο. Η δουλειά μου είναι ιδιαίτερα μοναχική, αφού μου αρέσει να έχω πάρα πολλές ώρες για να αφοσιώνομαι και να αφήνομαι.
Τελικά στη ζωή χρειάζεται να αφεθούμε στη ροή της, όπως συμβαίνει και με την τέχνη;
Δεν ξέρω αν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς και να πάμε κόντρα στη ροή, απλώς ελπίζω να προσπαθήσουμε να τη ζούμε με αντιθέσεις κι ενέργεια. Το ίδιο ισχύει και για την τέχνη, για να έχει ενδιαφέρον.